Με το Αίμα που Κουβαλάνε
Χαράματα 5 Σεπτέμβρη 1967. Η ασφάλεια Θεσσαλονίκης επιχειρεί μπλόκο σε διαμέρισμα της οδού Φιλελλήνων 65 στην Θεσσαλονίκη ,στην περιοχή Κωνσταντινουπόλεως με Δελφών, όπου κρύβονται τρεις καταζητούμενοι για την βομβιστική ενέργεια στις 2 Σεπτεμβρίου 1967, την ώρα των εγκαινίων της ΔΕΘ από τη χουντική κυβέρνηση. Το «Πατριωτικό Μέτωπο» της Θεσσαλονίκης ανατίναξε κολώνα της ΔΕΗ βυθίζοντας για ένα πεντάλεπτο στο σκοτάδι το χώρο της έκθεσης. Τα όργανα της χούντας έχουν από νωρίς "πιάσει" την περιοχή και ξεκινά καταιγισμός πυροβολισμών προς το διαμέρισμα στα τυφλά. Από τους πυροβολισμούς τραυματίζεται σοβαρά ο 26χρονος εργάτης Γιάννης Χαλκίδης. Παρά το τραυματισμό του, μαζί με τον Νάντη Χατζηγιάννη και τον Γρηγόρη Παντή προσπαθούν να ξεφύγουν από τα διπλανά μπαλκόνια στην πρασιά της γειτονικής οικοδομής μέσα σε τυφλά πυρά από διάφορες κατευθύνσεις. Ο Παντής τραυματίζεται στον μηρό και ακινητοποιείται. Στο τελευταίο κιγκλίδωμα ο Γιάννης Χαλκίδης που αιμορραγεί δεν μπορεί να συνεχίσει. Ενώ προσπαθεί να περάσει πάνω από το εμπόδιο εμφανίζεται ο δήμιός του. Τον πυροβολεί πισώπλατα. Αδειάζει το περίστροφο πάνω του από απόσταση δύο-τριών μέτρων. Ο Νάντης Χατζηγιάννης παρακολουθεί τη στιγμή της εκτέλεσης κρυμμένος στην πρασιά της πολυκατοικίας. Παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τον επιθανάτιο ρόγχο του Γιάννη Χαλκίδη. Αναγνωρίζει τον άνθρωπο που τον αποτελειώνει. Είναι ο χωροφύλακας, όργανο της ασφάλειας Θεσσαλονίκης, Αντώνης Λεπενιώτης.
Σε λίγο ο Ναντης Χατζηγιάννης συλλαμβάνεται στην θέση που είναι κρυμμένος από άλλον ασφαλίτη. Τον ανθυπασπιστή Μητρομάρα. Ο Μητρομάρας ήταν ομαδάρχης των παρακρατικών "αγανακτισμένων" πολιτών το βράδυ της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Μέσα σε φωνές έρχονται στον τόπο της εκτέλεσης και οι υπόλοιποι της επιχείρησης. Συνολικά 50-60 άτομα. Δένουν τον Χατζηγιάννη με καραβόσχοινο. Αρχίζουν να τον χτυπούν ανελέητα. Ο Λεπενιώτης του κολλά το πιστόλι στον κρόταφο. Του το βάζει στο στόμα. Τον πετά στα χαλίκια και τον πατά στο κεφάλι. Τον χτυπά ενώ είναι δεμένος με το καραβόσχοινο. Στη συνέχεια ο Λεπενιώτης με μία απίστευτης βαρβαρότητας κίνηση πατά τον Γιάννη Χαλκίδη που ψυχορραγεί στην κοιλιά...
Ο Νάντης Χατζηγιάννης φοιτητής στο πτυχίο της ανωτάτης Βιομηχανικής Θεσσαλονίκης τότε, κατά τη μεταγωγή του στην ασφάλεια Θεσσαλονίκης στο Βαρδάρη συνοδεύεται από τον Λεπενιώτη. Μαζί με τον Γρηγόρη Παντή βασανίζονται άγρια από τα ανθρωποειδή της χούντας στην ασφάλεια. Καταδικάζονται από το έκτακτο στρατοδικείο Θεσσαλονίκης σε είκοσι χρόνια φυλάκιση. Ο Χατζηγιάννης περνά από τις φυλακές Γεντί Κουλέ, Αλικαρνασσού, Αίγινας, Αβέρωφ, Βουρλών. Βιώνει στο πετσί του την μεταχείριση των χουντικών. Βασανιστήρια, εικονικές εκτελέσεις, απομόνωση.
Μετά την μεταπολίτευση στη δίκη για την δολοφονία του Γιάννη Χαλκίδη, ο Λεπενιώτης απαλλάσσεται με αμετάκλητο βούλευμα. Παρουσιάζονται "έγγραφα" και "αποδείξεις" της ασφάλειας Θεσσαλονίκης ότι δεν συμμετείχε στην επιχείρηση της οδού Φιλελλήνων. Η μαρτυρία του Νάντη Χατζηγιάννη δεν λαμβάνεται υπόψη από τους δικαστές. Ως δολοφόνος του Χαλκίδη καταδικάζεται ο βασανιστής μοίραρχος Τετραδάκος. Το λάθος του Τετραδάκου ήταν ότι είχε παραδεχτεί τη συμμετοχή του καμαρώνοντας σαν μάρτυρας κατά τη δίκη των Χατζηγιάννη και Παντή στο έκτακτο στρατοδικείο. Είχε μάλιστα παρασημοφορηθεί από την χούντα στην επέτειο της δολοφονίας του Χαλκίδη. Ο Λεπενιώτης που τον αποτελείωσε απαλλάσσεται. Η δίκη για τους βασανισμούς του Νάντη Χατζηγιάννη δεν έγινε ποτέ λόγω παραγραφής. Για μία ημέρα! Είναι οι συνέπειες του ορισμού του εγκλήματος της χούντας ως "στιγμιαίου". Δεν επρόκειτο για μεμονωμένη περίπτωση. Περίπου 150 μηνύσεις εναντίον βασανιστών της δικτατορίας πέρασαν μ' αυτόν τον τρόπο στο αρχείο, καθώς η Δικαιοσύνη αποφάνθηκε πως η τρίμηνη προθεσμία που προέβλεπε το Δ' Ψήφισμα της 18/1/75 για την υποβολή τους έληγε στις 17 κι όχι στις 18/4/75 - ημέρα που είχε ανακοινωθεί επίσημα από την Εισαγγελία Αθηνών σαν η τελευταία. Ο Λεπενιώτης όπως και πολλοί άλλοι παραμένουν ατιμώρητοι να κυκλοφορούν ανενόχλητοι ως ευυπόληπτοι πολίτες της Θεσσαλονίκης. Στους δρόμους αυτής της πόλης που πορεύεται γεμάτη ενοχές και ατιμωρησία για εγκλήματα και πολιτικές δολοφονίες.
8 Σεπτεμβρίου 2004. Στο αστικό λεωφορείο της γραμμής 14 για την Τούμπα, ο Νάντης Χατζηγιάννης συναντά τον βασανιστή του Αντώνη Λεπενιώτη τριάντα επτά χρόνια από την δολοφονία του Χαλκίδη. Αντιμετωπίζει το ειρωνικό του βλέμμα. Αγανακτεί. Εξαγριώνεται. Ουρλιάζει: "Δολοφόνε του Γιάννη Χαλκίδη. Φασίστα και βασανιστή εκατοντάδων συμπολιτών μου στα χρόνια της δικτατορίας". Ο Νάντης Χατζηγιάννης στο βιβλίο του " Τι έχεις μ' αυτόν" που έγραψε με αφορμή το επεισόδιο στο λεωφορείο και περιλαμβάνει την προσωπική του κατάθεσή - μαρτυρία για τα χρόνια της δικτατορίας αλλά και αργότερα, γράφει: "Οι επιβάτες του λεωφορείου κατάλαβαν αμέσως περί τίνος επρόκειτο και αγανακτισμένοι και οι ίδιοι με προέτρεπαν να χειροδικήσω! Τους απάντησα ότι δεν αξίζει ούτε να τον φτύσω. Μου αρκούσε που στεκόταν μπροστά μου, όρθιος, σε θέση προσοχής. Έτρεμε από το μίσος του σαν ψάρι. Δεν μπορούσε τώρα να με βασανίσει, δεν μπορούσε να με συλλάβει, δεν μπορούσε να με σκοτώσει. Τον άφησα να φύγει".
Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2008. Στο Β Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης δικάζεται ο Νάντης Χατζηγιάννης. Κατηγορούμενος για το επεισόδιο στο λεωφορείο. Για συκοφαντική δυσφήμιση, εξύβριση και απειλή του Αντώνη Λεπενιώτη! Η δίκη ξεκινά στις δύο το μεσημέρι. Από το πρωί συγκεντρωμένοι έξω από τα δικαστήρια φίλοι και συναγωνιστές του Νάντη διαδηλώνουν την συμπαράστασή τους. Όλοι τους έχουν βιωματική σχέση με την ιστορία. Είναι εκεί. Δίπλα στον Νάντη. Μαζί τους και οι δύο αδελφές του Γιάννη Χαλκίδη. Νιώθουν όλοι τους κατηγορούμενοι. Για συκοφαντική δυσφήμιση του βασανιστή τους. Με τα γκρίζα μαλλιά, τα σκαμμένα από το χρόνο πρόσωπα. Στην διεκδίκηση της ιστορικής αυτογνωσίας. Στην αντίσταση για την ανατροπή της ιστορίας. Για την αντίδραση στην κυριαρχία της επιλεκτικής μνήμης. Για την ιστορία που δεν ξαναγράφεται με δικαστικές αποφάσεις. Για τα εγκλήματα που δεν παραγράφονται. Γιατί τα θύματα είναι γνωστά. Μιλάνε. Γράφουν. Θυμούνται. Ο Νάντης Χατζηγιάννης καταγγέλει τον Λεπενιώτη ως φονιά του Χαλκίδη και βασανιστή της δικτατορίας σαράντα χρόνια τώρα, από το έκτακτο στρατοδικείο της χούντας που τον καταδίκασε τον Νοέμβριο του 1967.
Τελευταία παρακολουθούμε σε διάφορα επίπεδα την συστηματική προσπάθεια για την εκτόνωση των παθών, την άμβλυνση των γεγονότων, το στρογγύλεμα της ιστορίας για την "επιστημονική", "ακαδημαική" , "ανεξάρτητη" προσέγγιση χωρίς εντάσεις και συναισθηματισμούς. Δεν με αφορούν αυτές οι προσεκτικές προσεγγίσεις. Δεν τις θέλω. Οι μικροδιορθώσεις της ιστορίας και οι ίσες αποστάσεις, προκαλούν διάθεση για ανατροπές. Ανοίγουν την όρεξη για την παραχάραξη της αλήθειας από τους αμετανόητους που κραδαίνουν δικαστικές αποφάσεις ως πιστοποιητικά της δικαίωσης τους. Το θράσος τους συμβαδίζει με την αίσθηση που νιώθουν ότι ζουν ανενόχλητοι, δικαιωμένοι, με τα χέρια τους βουτηγμένα στο αίμα. Διαβάζοντας το βιβλίο με την αφήγηση - ποταμό του Νάντη Χατζηγιάννη ένιωσα την ανάσα της ιστορίας. Το βιβλίο μίλησε μέσα μου. Συγκλονίστηκα. Δάκρυσα. Θύμωσα. Πλημμύρισα αισθήματα. Αγανάκτησα. Συναντώντας τον Νάντη Χατζηγιάννη έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου μοιράστηκα την δικαιολογημένη οργή του. Ο ίδιος δήλωσε με γραπτό υπόμνημα στον εισαγγελέα ότι επιθυμεί να γίνει η δίκη. "Για να ξεσκεπάσω τον θρασύτατο και αμετανόητο δολοφόνο που κυκλοφορεί επί σαράντα χρόνια ελεύθερος ανάμεσά μας", γράφει. Άκουσα προσεκτικά την αυτονόητη ανάγκη του για τη διεκδίκηση της αλήθειας. Της αλήθειας που συνοδεύει τις όψεις της σκληρής ιστορίας. Χωρίς εξωραισμούς και στρογγυλέματα. Με τον λυγμό της ζώσας συλλογικής μνήμης. Για να λέγονται τα πράγματα με το όνομά τους. Τα γεγονότα όπως ακριβώς έγιναν. Με το αίμα που κουβαλάνε...
2 σχόλια:
Όταν πριν από λίγα χρόνια ζήτησαν από τον παππού μου,αγωνιστή της δημοκρατίας("καημός" και εκείνος,"καημός" ο πρώτος) να γράψουν την βιογραφία του, εκείνος αρνήθηκε λέγοντας ότι μπορεί να γράψει μόνο αλήθεια. Αλλά δεν θα το κάνει γιατί έχει 4 εγγόνια. Και ξέρει ότι ακόμα και αν δεν έχουν πια καμία δύναμη αυτοί οι "άνθρωποι", ακόμα και αν δεν έχουν πια κανένα δικαίωμα πάνω σε άλλους, δεν έχασαν ούτε το θράσος τους, ούτε βρήκαν ψήγματα ανθρωπιάς και λεβεντιάς! Και δεν θα διστάζαν να ζητήσουν και τα ρέστα και να προσπαθήσουν να ενοχλήσουν εμάς τα εγγόνια του. Και ότι αν κάποτε που είχε το πιστόλι του προτεταμένο πάνω τους δεν πάτησε την σκανδάλη, τώρα δεν θα μπορούσε να σταματήσει.
Αμφέβαλλα τότε για όσα άκουγα. Να όμως που για άλλη μια φορά είχα πέσει έξω. Να που ο παππούς ο Καημός είχε πάλι δίκιο
Λαϊκή θυμοσοφία..και φιλοσοφία ο παππούς Καημός. Πρέπει να είσαι περήφανος φίλε μου..Αυτοί που τα 'δαν με τα ματάκια τους, κάτι ξέρουν και δεν θέλουνε να λένε πολλά...άσχημα χρόνια..
Και μένα ο παππούς μου όταν μιλά κανείς για τον εμφύλιο, κουβέντα δεν θέλει να λέει..Τσάμπα αίμα λέει..τσάμπα πάνε ψιχούλες..και μετά σηκώνεται και φεύγει...
Δημοσίευση σχολίου